Η ζωή ενός δράκου

από AllAboutARIS

Λίγοι αθλητές στην ιστορία του Ελληνικού μπάσκετ μπορούν να περηφανεύονται ότι έχουν γράψει το όνομα τους με χρυσά γράμματα τόσο με την φανέλα της εθνικής όσο και με τις φανέλες των συλλόγων που αγωνίστηκαν. Ένας από αυτούς ήταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης.

Τα πρώτα βήματα στον Ιωνικό
Ο “δράκος” γαλουχήθηκε μπασκετικά στον Ιωνικό Νικαίας, στις ακαδημίες του οποίου άνηκε από το 1972 σε ηλικία 13 ετών. Πρώτη μεγάλη διάκριση της χρυσής καριέρας του ήταν με την φανέλα της εθνικής παίδων όταν και κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο ευρωμπάσκετ της Αθήνας το 1975. Ήταν μπροστάρης του Ιωνικού όταν κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας εφήβων το 1976 στη Λάρισα με αντίπαλο τον Ηρακλή. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, μόλις στα 17 του χρόνια, κατάφερε να αγωνιστεί με την φανέλα της εθνικής ομάδας ανδρών σε τουρνουά της ΔΕΘ. Η σχέση του με την εθνική ξεκίνησε εκείνη την εποχή και έμελλε να κρατήσει για 20 χρόνια.  

 

Ο Γιαννάκης ήταν από τα κυριότερα γρανάζια της ομάδας του Ιωνικού που προβιβάστηκε στην πρώτη κατηγορία και αποτέλεσε μια αξιόλογη ομάδα κατακτώντας την 6η θέση το 1979 και κερδίζοντας έτσι την συμμετοχή στο Κύπελλο Κόρατς. Το ίδιο έτος με την Εθνική Ελλάδας ο Γιαννάκης συμμετείχε στην κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στους Μεσογειακούς αγώνες από την εθνική Ελλάδας που είναι και το μοναδικό έως σήμερα. Ένα αστέρι μόλις είχε γεννηθεί και ήταν έτοιμο να λάμψει στα Ελληνικά (και όχι μόνο) παρκέ.

 

Η επική μονομαχία με τον Γκάλη
Μία από τις χαρακτηριστικότερες στιγμές της πορείας του με τον Ιωνικό ήταν η μυθική μονομαχία του με τον Γκάλη σε αναμέτρηση Ιωνικού-ΑΡΗ την περίοδο 1981/1982. Σε ένα ματς που οι κίτρινοι είχαν επικρατήσει με 113-114, ο Γιαννάκης πέτυχε 73 πόντους έναντι 62 πόντων που πέτυχε ο μετέπειτα συμπαίκτης του Νίκος Γκάλης. Ήταν εμφανές πως πλέον ο Ιωνικός δεν τον χωρούσε και σύντομα θα ζούσε κάτι μεγαλύτερο.

 

Η μεταγραφή του στον ΑΡΗ-το καλύτερο δίδυμο της Ευρώπης με τον Γκάλη
Τον Απρίλιο του 1984 ο ΑΡΗΣ απώλεσε τους δύο εγχώριους τίτλους από τους δύο κύριους αντιπάλους του (Παναθηναϊκό & ΠΑΟΚ). Ήταν προφανές ότι η καλαθομηχανή που άκουγε στο όνομα του Γκάλη δεν αρκούσε. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, η διοίκηση του ΑΡΗ (με την οικονομική στήριξη του Γιάννη Μπουτάρη) με ένα ποσό μαμούθ για την εποχή, της τάξης των 42.000.000 δραχμών, φέρνει τον Παναγιώτη Γιαννάκη στην Θεσσαλονίκη και τον ΑΡΗ. Μαζί με τον Γιαννάκη, οι κιτρινόμαυροι πλέον ήταν ανίκητοι.

 

Η παρουσία των Γκάλη-Γιαννάκη έκανε τον ΑΡΗ παντοδύναμο στο ελληνικό πρωτάθλημα, πετυχαίνοντας παράλληλα και Ευρωπαϊκές επιτυχίες. Στην πρώτη του χρονιά (1984/1985) ο  ΑΡΗΣ κατέκτησε το νταμπλ και έφτασε έως τα ημιτελικά του κυπέλλου κόρατς, που μέχρι τότε ήταν η πιο πετυχημένη Ευρωπαϊκή πορεία στην ιστορία του συλλόγου. Την επόμενη χρονιά ακολούθησε ένα ακόμη πρωτάθλημα, ενώ με την φανέλα της εθνικής Ελλάδας συμμετείχε στο μουντομπάσκετ της Ισπανίας, κατακτώντας την 10η θέση. Την περίοδο 1986/1987 κατέκτησε το νταμπλ εντός συνόρων, με την μεγάλη στιγμή να έρχεται στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας τον Ιούνιο του 1987.

 

Στην ελίτ της Ευρώπης με την Εθνική και τον ΑΡΗ

Η μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του με τα χρώματα της εθνικής ομάδας ήταν πέρα από κάθε αμφιβολία η κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του1987. Ως αρχηγός της Εθνικής Ελλάδας και κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο νικώντας την ΕΣΣΔ στον τελικό της 14ης Ιουνίου με νίκη 103-101. Η στέψη της εθνικής Ελλάδας σαν πρωταθλήτρια Ευρώπης είχε σαν συνέπεια την εκτόξευση της δημοτικότητας του αθλήματος.

 

Ο ΑΡΗΣ θεωρήθηκε συνέχεια της εθνικής του 1987 μιας και ήταν ο κύριος αιμοδότης της. Σαν συνέπεια αυτού, είχε την τύχη να απολαμβάνει την πανεθνική στήριξη από τους οπαδούς όλων των ομάδων. Ο Γιαννάκης ήταν από τους πρωταγωνιστές της μεγάλης πορείας του ΑΡΗ και είναι σίγουρο ότι αν οι κανονισμοί της εποχής (σχετικά με τον αριθμό των ξένων που μπορούσαν να αγωνιστούν στις ομάδας) ήταν ευνοϊκότεροι ο ΑΡΗΣ θα είχε κατακτήσει πιθανόν ένα κύπελλο πρωταθλητριών.

 

Το 1988, 1989, 1990 ο ΑΡΗΣ κατέκτησε όλους τους εγχώριους τίτλους συμμετέχοντας ταυτόχρονα σε τρία διαδοχικά final-4 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης. Το 1989 στο final-4 του Μονάχου ο ΑΡΗΣ κατέκτησε την 3η θέση νικώντας την Μπαρτσελόνα στον μικρό τελικό. Ο αστικός μύθος «χρεώνει» στον Γιαννάκη την ήττα στον ημιτελικό με την Μακάμπι Τελ Αβίβ, εξαιτίας του επεισοδίου του με τον Κέβιν Μαγκί όπου διακόπηκε ο αγώνας την στιγμή που ο ΑΡΗΣ βρισκόταν μπροστά στο σκορ με 8 πόντους.

 

Το καλοκαίρι του 1989 στο Ευρωμπάσκετ στο Ζάγκρεμπ, ο Παναγιώτης Γιαννάκης κατέκτησε με την εθνική Ελλάδος το ασημένιο μετάλλιο, αποδεικνύοντας ότι η επιτυχία του 1987 δεν ήταν ένας διάττοντας αστέρας.  Στον ημιτελικό απέναντι στη ΕΣΣΔ η αμυντική κυρίως παρουσία του Γιαννάκη υπήρξε καθοριστική καθώς κέρδισε το τελευταίο καθοριστικό φάουλ, εξασφαλίζοντας το ασημένιο μετάλλιο. Τον επόμενο χρόνο στο Μουντομπάσκετ της Αργεντινής κατέκτησε την 6η θέση, απόντος μάλιστα του Νίκου Γκάλη από την αποστολή της εθνικής.

 

Οι μυθικοί τελικοί κόντρα στον ΠΑΟΚ και το τελευταίο πρωτάθλημα

Η περίοδος 1990/1991 ήταν δύσκολη από όλες τις απόψεις. Ο ΑΡΗΣ απέτυχε να προκριθεί στο 4ο συνεχόμενο final-4, όμως κρατούσε το καλύτερο για το τέλος κόντρα στον ανερχόμενο ΠΑΟΚ. Οι ασπρόμαυροι στους τελικούς των πλέι οφ είχαν πάρει τα πρώτα δύο ματς ισοφαρίζοντας τις νίκες του ΑΡΗ από την κανονική περίοδο όμως το τι έγινε στα δύο τελευταία ματς ξεπερνάει κάθε φαντασία. Ο Γιαννάκης υπήρξε ο ήρωας του ΑΡΗ στον 3ο τελικό αφού με το -μυθικό ποια- τρίποντο του στην εκπνοή του αγώνα έδωσε την νίκη στον αυτοκράτορα με το σύνθημα “στο τελευταίο δευτερόλεπτο παιδιά” να δονεί την ατμόσφαιρα του Αλεξανδρείου.

 

Στον 4ο και τελευταίο τελικό ο δράκος έκανε μάλλον το καλύτερο παιχνίδι με την φανέλα του ΑΡΗ. Ο δικέφαλος 3 φορές ξέφυγε με διαφορά 9-10 πόντων όμως ο Γιαννάκης ήταν εξωπραγματικός (32 πόντοι, 4 ριμπάουντ, 2 ασίστ, 2 κλεψίματα), με τον Σέλερς να δίνει την χαριστική βολή και την νίκη στον ΑΡΗ με 81-80. Οι οπαδοί του ΑΡΗ έκαψαν το… μισό Αλεξάνδρειο την ώρα που Γκάλης και Πρέλεβιτς πιάστηκαν στα χέρια. Αυτό ήταν και το τελευταίο πρωτάθλημα του ΑΡΗ αλλά και της καριέρας του Γιαννάκη.

 

Η τελευταία χρονιά με την φανέλα του ΑΡΗ

Το 1992 παρά τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπιζε ο ΑΡΗΣ, αναδείχθηκε κυπελλούχος Ελλάδας στον τελικό κόντρα στην ΑΕΚ. Η περίοδος 1992/1993 υπήρξε η τελευταία του με τον ΑΡΗ. Απόντος του Νίκου Γκάλη που είχε αποχωρήσει στον Παναθηναϊκό, καλούταν να ηγηθεί ενός “εκθρονισμένου” αυτοκράτορα. Στην τελευταία του χρονιά, ο  Παναγιώτης Γιαννάκης πρόλαβε να γευτεί την κατάκτηση ενός Ευρωπαϊκού τίτλου με την φανέλα του ΑΡΗ, έστω και αν αυτό ήταν το κύπελλο κυπελλούχων και όχι το κύπελλο πρωταθλητριών που κυνηγούσε για χρόνια. Η παρουσία του στον τελικό δεν ήταν και η ιδανικότερη αφού χάθηκε μέσα στην γενικότερη αγωνία που είχε πνίξει την ομάδα, όμως οδήγησε εκ του ασφαλούς τον ΑΡΗ ως το Τορίνο. Οι εμφανίσεις του στους ημιτελικούς κόντρα στην Σαραγόσα (32 και 29 πόντους αντίστοιχα) ήταν σίγουρα οι καλύτερες Ευρωπαϊκές του εμφανίσεις.

 

Το τέλος της καριέρας του και τα πρώτα προπονητικά βήματα

Το μπάσκετ είχε ήδη αρχίσει να κατηφορίζει στην Αθήνα. Την περίοδο 1993/1994 αγωνίστηκε στον Πανιώνιο. Με τους Φάνη Χριστοδούλου και Χένρι Τέρνερ έφτιαξαν ένα πολύ καλό σύνολο το οποίο έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του κυπέλλου κόρατς. Το καλοκαίρι του 1994 συμμετείχε στο Μουντομπάσκετ του Καναδά όπου έφτασε μέχρι τα ημιτελικά. Μετά το Μουντομπάσκετ μεταπήδησε στον Παναθηναϊκό όπου βρήκε τους πρώην συμπαίκτες του από τον ΑΡΗ, τους Νίκο Γκάλη και Στόγιαν Βράνκοβιτς. Με την φανέλα των πρασίνων έφτασε έως το final-4 της Σαραγόσα το 1995, όπου ο τραυματισμός του στον ημιτελικό κόντρα στον Ολυμπιακό υπήρξε καταλυτικός για την έκβαση του αγώνα. Στην τελευταία του σεζόν σαν παίκτης θα κατακτούσε τελικά το πολυπόθητο κύπελλο, νικώντας σε έναν περιπετειώδη τελικό την Μπαρτσελόνα με 67-66. Πλέον εκτός από πρωταθλητής Ευρώπης σε εθνικό επίπεδο, αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης και σε συλλογικό, όντας μάλιστα αρχηγός και στις δύο περιπτώσεις.

 

Το καλοκαίρι του 1996 αποχαιρετούσε την ενεργό δράση με τον καλύτερο τρόπο, συμμετέχοντας με την εθνική ομάδα στους ολυμπιακούς αγώνες της Ατλάντα, όπου και κατέκτησε την 5η θέση. Ωστόσο ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήταν ένα πρόσωπο που ήταν αδιανόητο να μείνει μακριά από τα παρκέ. Το 1997 ανέλαβε το ρίσκο να γίνει προπονητής της Εθνικής Ανδρών μη έχοντας προηγούμενη εμπειρία από τη θέση του πάγκου. Οδήγησε την Εθνική Ελλάδος στην 4η θέση στο Ευρωμπάσκετ της Ισπανίας 1997 και στην 4η θέση στο Μουντομπάσκετ της Αθήνας τι 1998.

 

Ηγέτης του Αμαρουσίου και η θριαμβευτικη παρουσία του στην εθνική

Έχοντας αναλάβει λίγο νωρίτερα την τεχνική ηγεσία του Πανιωνίου, ανέλαβε το 2002 το Μαρούσι με οποίο το 2004 έφτασε ένα βήμα από την κατάκτηση του πρωταθλήματος και του FIBA Europe League. Το μεγάλο κέρδος από την παρουσία του στο Μαρούσι ήταν η ανάδειξη του Βασίλη Σπανούλη που μέχρι και σήμερα παραμένει ένας από τους κορυφαίους γκαρντ της Ευρώπης.

 

Το 2004, παράλληλα με την θητεία του στο Μαρούσι, ανέλαβε για 2η φορά προπονητής της Εθνικής ομάδας. Στην Ολυμπιάδα της Αθήνας οδήγησε την ομάδα στην 5η θέση της διοργάνωσης, αυτό όμως δεν ήταν παρά μόνο το “ορεκτικό”. Συνεχίζοντας το επιτυχημένο έργο στο Μαρούσι, οδήγησε τον Σεπτέμβριο του 2005 την εθνική ομάδα μετά από 18 χρόνια και πάλι στο Ευρωμπάσκετ του Βελιγραδίου. Με την επιτυχία αυτή έγινε ο πρώτος που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο τόσο ως αρχηγός-παίκτης όσο και ως προπονητής. Το 2006 με την εθνική ομάδα έφτασε ως τον τελικό του μουντομπάσκετ, κερδίζοντας τις ΗΠΑ στον ημιτελικό με το εξωπραγματικό 101-95. Το 2007 κατέκτησε την 4η θέση του Ευρωμπάσκετ.

 

Η παρουσία του στον Ολυμπιακό και τα τελευταία χρόνια

Το 2008 ανέλαβε την ομάδα του Ολυμπιακού του οποίου υπήρξε μέλλος της προσπάθειας αναγέννησης του. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους συμμετείχε με την εθνική Ελλάδος στην Ολυμπιάδα του Πεκίνου όπου και κατέκτησε την 5η θέση. Αυτή ήταν και η τελευταία του περιπέτεια με την γαλανόλευκη. Το έργο του στον πάγκο τον Πειραιωτών ήταν αμφιλεγόμενο. Το 2009 οδήγησε τον Ολυμπιακό στο final-4 της Ευρωλίγκα στο Βερολίνο, όπου ηττήθηκε στον ημιτελικό από τον Παναθηναϊκό. Την επόμενη και τελευταία σεζόν οδήγησε τον Ολυμπιακό στον τελικό της Ευρωλίγκα όπου έχασε από την Μπαρτσελόνα ενώ εντός συνόρων κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος. Τον Ιούνιο 2012 έκατσε στον πάγκο της Λιμόζ, με την οποία παραβρέθηκε και αποθεώθηκε από τους οπαδούς του ΑΡΗ στο φιλικό προς τιμήν του Νίκου Γκάλη στις 7 Μαΐου του 2013 στο Αλεξάνδρειο. Το ίδιο έτος ανέλαβε τον πάγκο της εθνικής Κίνας με την οποία όμως δεν κατάφερε κάτι ιδιαίτερο με αποτέλεσμα να απομακρυνθεί τον Ιανουάριο του 2014.

 

Από εκεί και πέρα το μέλλον είναι αβέβαιο. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης είναι συνώνυμο του μπάσκετ και το όνομα του ακούγεται κατά καιρούς για διάφορες ομάδες, ακόμη και για την εθνική. Ο ίδιος δεν έχει αποκαλύψει κάτι για το μέλλον του, το μόνο σίγουρο όμως είναι θα συνεχίσει να μας απασχολεί για πολύ καιρό.

Προτεινόμενα Άρθρα