Ταξιδεύοντας για Μπολόνια την Πρωτοχρονιά του 1996!

από Περικλής Τράιος

Ήταν Τετάρτη 3 Ιανουαρίου του 1996.

Είκοσι επτά χρόνια πριν.

Ο ΑΡΗΣ αγωνίζονταν στο μπάσκετ με την Τίμσιστεμ (Φορτιντούτο) στη Μπολόνια, για τη φάση για των ομίλων του κυπέλλου Κόρατς.

Ομαδάρα εκείνη την εποχή η Φορτιντούτο, με τον παιχταρά τον Τζόρτζεβιτς, τον Αμερικανό τον Μέιερς και άλλους σπουδαίους Ιταλούς παίκτες στη σύνθεση της.

Ήταν μία από τις κορυφαίες ιταλικές ομάδες και σχεδόν κάθε χρόνο ήταν στη πρώτη ή στη δεύτερη θέση του ιταλικού πρωταθλήματος και πρωταγωνιστούσε στην Ευρώπη.

Εμείς είχαμε πολλά προβλήματα εκείνη τη χρονιά, αλλά παρόλα αυτά, η ομάδα είχε πραγματοποιήσει μια αξιοπρεπή παρουσία στην Ευρώπη.

Είχαμε φτάσει στη φάση των ομίλων (16 ομάδες).

Στο Παλέ δε γλίτωσε κανείς…

Άλμπα, Σαραγόσα και Φορτιντούτο, έλιωσαν στη λάβα της πιο καυτής ευρωπαικής έδρας.

Ωστόσο δεν έφτανε μόνο αυτό και στον αγώνα που θα δίναμε στη Μπολόνια, χρειάζονταν μόνο νίκη για να περάσουμε.

Ήταν αδιανόητο για τους οπαδούς, να μην βρεθούν στο πλευρό του «θεού του πολέμου».

Ήταν μια εκδρομή ΚΟΜΑΝΤΟ κυριολεκτικά.

Με ορκισμένους οπαδούς-μαχητές, οι οποίοι για τη χάρη και το μεγαλείο του ΑΡΗ, αφήσαμε τις οικογένειες μας, τις γυναίκες μας, τους φίλους μας, τις παρέες μας ανήμερα Πρωτοχρονιάς, μπήκαμε στο πούλμαν και φύγαμε για Ιταλία!

Η αναχώρηση ήταν προγραμματισμένη Πρωτοχρονιά βραδάκι.

Προσωπικά θυμάμαι, έπαιζα χαρτιά από τη προηγούμενη μέρα!

Ώρες ατελείωτες παίζαμε «21» και πόκα.

Μιλάμε για ένα εικοσιτετράωρο σχεδόν!

Ώσπου σε κάποια φάση, συνειδητοποιώ ότι η ώρα είχε πάει 5 το απόγευμα.

Σε τρεις ώρες, στις 8 δηλαδή, είχαμε προγραμματίσει την αναχώρηση από τον SUPER 3 Χαριλάου, το θρυλικό «υπόγειο»…

Αυτό ήταν.

Πετάχτηκα σαν ελατήριο.

«Μάγκες, εγώ τέλος…» είπα στην υπόλοιπη παρέα.

«Φεύγω Ιταλία. Πάω να γουστάρω την Αρειανάρα»

Κάγκελο τα φιλαράκια!

Τους είχα πει και ήξεραν ότι πρόκειται να ταξιδέψω, αλλά δεν μπορούσαν να διανοηθούν, ότι πρωτοχρονιάτικα, 50 τρελοκομεία, θα τα παρατήσουν όλα, θα μπουν σε πούλμαν και βαπόρια και θα ταξιδέψουν στην Ιταλία για την αγαπημένη τους ομάδα.

Έφυγα σφαίρα στο σπίτι, πήρα μια τσάντα με δυο πράγματα, φόρεσα, τη «στολή της μάχης» (τζινάκι, φανέλα, φλάι, αρβυλακια, σκούφο), πήρα την ευχή από μάνα και πατέρα και έφυγα πετώντας για Χαριλάου.

Έφτασα και κάναμε τα κουμάντα μας.

Πήγαμε στο καφενείο του Γιώργου του Ταξιτζή και γεμίσαμε παγάκια το φορητό ψυγειάκι…

Πάντα οργανωμένοι σε αυτά τα υπέροχα ευρωπαικά ταξίδια.

Έπρεπε να διατηρηθούν δροσερά τα μπουκάλια (ουίσκι, βότκα, τζιν, ρούμι) που πήραμε μαζί μας…

ΧΑΜΟΣ!

Ξεκινήσαμε κατά τις 8.

Ένα πούλμαν, ένας κι ένας…

Μιλάμε για την παλιά εθνική οδό ως τη Λάρισα και μετά, Τρίκαλα, Καλαμπάκα, Κατάρα, Μέτσοβο, Γιάννενα, Ηγουμενίτσα.

9 ώρες κάναμε…

Η Εθνική οδός όπως τη ξέρετε σήμερα, δεν υπήρχε.

4 ώρες έκανες ως την Καλαμπάκα.

Η δε Εγνατία Οδός, ήταν ακόμη στα όνειρα, ούτε καν στα χαρτιά και στις μελέτες…

Εν τω μεταξύ, μετά την Καλαμπάκα κι όσο ανεβαίναμε στη Πίνδο και στην περιβόητη Κατάρα, το χιόνι έπεφτε ακατάπαυστα.

Μιλάμε για πολύ χιόνι.

Ένας παγωμένος κι επικίνδυνος στενός δρόμος με συνεχόμενες στροφές.

Από την Καλαμπάκα, κάναμε άλλες 3 ώρες για να πιάσουμε Γιάννενα.

Πίσσα σκοτάδι, χιόνι και παγωμένος δρόμος.

Δε θα ξεχάσω, σε κάποια φάση, εκεί που έχουμε ζαβλακωθεί από τις στροφές, έχει βάλει ο οδηγός μια κασέτα με ελληνικά τραγούδια και ακούγεται… Δημήτρης Μητροπάνος.

«Ο χάρος βγη-βγήκε παγανιά… μες τη δική μου γειτονια…»

Αυτό ήταν.

Ακούγεται ένα μακρόσυρτο «ΕΕΕΕΕΕ…» και μια κραυγή από όλο το λεωφορείο.

«Βγάλτη τη κασέτα ρεεεεεε… θα μας πεθάνεις εδώ στα όρη και στα άγρια βουνά…»

Και τότε, ξαφνικά μέσα στα σκοτάδια της νύχτα, βλέπουμε κάτι σκιές.

Ήταν μια παρέα από 5-6 άτομα που περπατούσανε μέσα στη νύχτα.

Ήταν Αλβανοί.

Συχνή εικόνα εκείνη τη περίοδο, όπου έμπαιναν στην Ελλάδα χωρίς χαρτιά, αναζητώντας οι άνθρωποι μια καλύτερη ζωή και για να μην τους πιάσουν περπατούσαν τις νύχτες μέσα από τα βουνά. 

Άλλες δύο ώρες κάναμε μετά από τα Γιάννενα και πιάσαμε ξημερώματα Τρίτης, Ηγουμενίτσα.

Θέλαμε ένα δίωρο μέχρι να φύγει το βαπόρι για Αγκόνα και αρχίσαμε να τριγυρνάμε στο κρύο και στα σκοτάδια, μήπως βρούμε ένα καφενείο να πιούμε κάνα κονιάκ.

Κατά τις 8 αν θυμάμαι καλά, έλυσε κάβους το βαπόρι και ξεκινήσαμε για Ιταλία.

23 ώρες ταξίδι…

Με πολύ χαβαλέ και απίστευτη τρέλα.

Οι ώρες πέρασαν όμορφα.

Την επόμενη μέρα, το πρωί της Τετάρτης κατά τις 7, πιάσαμε Αγκόνα.

Ένα ελαφρύ ξεμούδιασμα και αναχώρηση για Μπολόνια, η οποία ήταν περίπου 3 ώρες με την Αουτοστράντα.

Υπολογίζαμε να ήμαστε εκεί κατά τις 10:30 με 11 παρά.

Κι έτσι κι έγινε…

Πήγαμε κατευθείαν στο ξενοδοχείο της ομάδας για να εμψυχώσουμε τους παίκτες και τον Σούλη, αλλά και να πάρουμε τα εισιτήρια.

Θυμάμαι σαν τώρα, να κατεβαίνει στο λόμπυ του ξενοδοχείου ο αρχηγός Ντίνος Αγγελίδης, να έρχεται στο μέρος μου και να μου λέει:

«Καλά ρε τρελοκομεία, ήρθατε;»

Η ίδια ευχάριστη έκπληξη και αντίδραση κι από τον Παναγιώτη Λιαδέλη, τον Γιάννη Σιούτη, τον Γίωργο Χρυσανθόπουλο και τους άλλους παίκτες μας, οι οποίοι είχαν χαρεί πάρα πολύ όταν μας είδαν.

Αφού πήραμε τα εισιτήρια λοιπόν, ξεχυθήκαμε στη πόλη…

Μεγάλος χαβαλές και απίστευτες καταστάσεις, στη πλατεία Ματζιόρε με τα καφέ και τα φαγάδικα.

Σε κάποια φάση, μπήκαμε στη μπουτίκ της ποδοσφαιρικής ομάδας της Μπολόνια και θυμάμαι ότι η κοπέλα που δούλευε, μας ευχήθηκε νίκη!

Ο λόγος; 

Υποστήριζε την Βίρτους, την αιώνια αντίπαλο της Φορτιντούτο.

Ένα μεγάλο τοπικό ντέρμπι της πόλης.

Αργά το απόγευμα είχαμε δώσει το ραντεβού στο ξενοδοχείο της ομάδας, για να αναχωρήσουμε για το γήπεδο.

Το πούλμαν μας άφησε γύρω στα 500 μέτρα μακριά από το γήπεδο.

Κατεβήκαμε κι αρχίσαμε να περπατάμε προκειμένου να ψάξουμε να βρούμε από ποια θύρα θα μπούμε.

Αστυνομία δεν υπήρχε.

Το ευχάριστο της φάσης ότι είδαμε κι άλλα Αρειανάκια (φοιτητές εκεί ή σε γύρω περιοχές) που είχαν έρθει να υποστηρίξουν την ομάδα.

Αρχίσαμε να περπατάμε προς το γήπεδο.

Εμείς όλοι μαζί, ήμασταν καμιά ογδονταριά.

Σε κάποια φάση, έτσι όπως περπατάμε βλέπουμε τους οπαδούς της Φορτιντούτο μαζεμένους…

Ήταν πάνω από 500.

Κοιτιόμαστε και λέμε, εδώ είμαστε…

Είχαν στήσει δύο τεράστια βαρέλια, πίνανε κρασιά και φωνάζανε συνθήματα της ομάδας τους.

Σταματάμε.

Λέμε τώρα θα γίνει το τσαφ…

Ήμασταν έτοιμοι για όλα!

Ώσπου, σκάει μύτη ένας Ιταλός και μου λέει κάτι στα ιταλικά.

Ένα από τα Αρειανάκια φοιτητές που είχαν έρθει, μεταφράζει:

«Μας σέβονται πολύ σαν λαό, μας καλωσορίζουν και μας προσφέρουν κρασί».

Απίστευτοι οι τύποι!

Χαλαρώσαμε αμέσως.

Αράξαμε μαζί τους ως την ώρα που μπήκαμε στο γήπεδο.

Το δε κρασί ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ.

Μπήκαμε και πήραμε τις θέσεις μας.

Το πάρτι μόλις είχε αρχίσει.

Εννοείται ότι δεν σταματήσαμε δευτερόλεπτο να φωνάζουμε.

Μάλιστα σε κάποια στιγμή, έτσι για να πουλήσουμε τρέλα, βγάλαμε τα παπούτσια κι αρχίσαμε να χοροπηδάμε ξυπόλητοι!

Οι ιταλοί καραμπινιέρι, δεν πίστευαν αυτά που έβλεπαν.

Το ίδιο και οι φίλαθλοι.

Σε κάποια φάση, χάναμε με μεγάλη διαφορά.

Τότε πιάσαμε ένα ρυθμό, κι αρχίσαμε ένα «ΑΡΗ ολέο» συνεχόμενο, ξυπόλητοι και το ματς γύρισε και ήρθε στα ίσια!!

Τελικά χάσαμε με 4 πόντους διαφορά.

Άδικη ήττα και με μια διαιτησία που μας είχε «σφάξει».

Κρίμα, γιατί είχαμε αποκλειστεί στις λεπτομέρειες από τη συνέχεια της διοργάνωσης.

Είχαμε πραγματοποιήσει μια πορεία αξιόλογη και αποκλειστήκαμε με το κεφάλι ψηλά.

Σαφώς και η Φορτιντούτο είχε μια πολύ καλή ομάδα, με ηγέτη τον σπουδαίο Σάσα Τζόρτζεβιτς και είχε πάρει την πρώτη θέση.

Μια ομάδα την οποία ένα μήνα πριν, την είχαμε διαλύσει στο Παλε με 23 πόντους διαφορά με το εντυπωσιακό 83-60.

Εκεί βέβαια επικράτησε ο Νόμος του Παλέ…

Εκεί γονάτισαν ΟΛΟΙ.

Εκεί δε γλίτωνε κανείς!

Με 6.000 κρεμασμένους σαν τα τσαμπιά, και τα ντεσιμπέλ να σπάνε κάθε ρεκόρ, δεν γλίτωνε κανείς.

Σαν σήμερα λοιπόν, στις 3 Ιανουαρίου 1996, ακριβώς πριν 27 χρόνια, οι οπαδοί του ΑΡΗ, έδιναν ακόμη μια «μάχη» στις κερκίδες.

Μετά το τέλος του αγώνα, οι Ιταλοί έρχονταν και ήθελαν να ανταλλάξουμε τα κασκόλ.

Είχαν πάθει πλάκα.

Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 1997. πάλι θα ταξιδεύσουμε για Ιταλία.

Αυτή τη φορά, θα ήμασταν πολλοί περισσότεροι και προορισμός ήταν το Τρεβίζο.

Εκεί που είχαμε κάνει μια απίστευτη απόβαση και πήραμε μια τεράστια πρόκριση στον ημιτελικό με την Μπενετόν και άνοιγε ο δρόμος για την κατάκτηση της ευρωπαικής κούπας του 1997. 

Το σημερινό σχόλιο είναι αφιερωμένο, στον καλό φίλο και συναγωνιστή, τον Λοράν, που «έφυγε» πριν λίγες μέρες για το στερνό ταξίδι.

Στη φωτογραφία, είμαστε στο λιμάνι της Αγκόνα, λίγο πριν ξεκινήσουμε για Μπολόνια.

Ο Λοράν, είναι το παλικάρι που φοράει το κίτρινο μπουφάν.

Πήγε να βρει πολλά αδέλφια, πού έχουν φύγει από κοντά μας.

Αφιερώνω σε όλους τον στίχο από το τραγούδι που έχω γράψει το 2004 και έχω την τιμή, να αναγράφεται στο Μνημείο που βρίσκεται στο ¨Κλεάνθης Βικελίδης» μπροστά στη Θύρα 3.

«Κι όσοι φύγαν μακριά,
μας κοιτάν από ψηλα,
είναι δίπλα μας κι αυτοί,
για πάντα Αρειανοί…»

 

Προτεινόμενα Άρθρα

ALLABOUTARIS TV! ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΣΤΙΣ 20:00 ΣΤΟ ΚΑΝΑΛΙ ΤΟΥ ALLABOUTARIS.GR ΣΤΟ YOUTUBE!

X