Έσβησε μονοκοντυλιά τις αναμνήσεις από τα κατορθώματά του με την φανέλα του Άρη
Είναι δύσκολο να αντιληφθείς πώς ένας άνθρωπος που αμείβεται με μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια (παλιές καλές δραχμές) βλέπει την ζωή του να παίρνει τον κατήφορο. Ειδικά όταν πρόκειται για έναν αθλητή που πέρα από χρήματα, έχει απολαύσει και την δόξα. Και μάλιστα σε… τεράστιες δόσεις, έχοντας αγωνιστεί στον μεγάλο Άρη, δίπλα σε θρύλους σαν τον Γκάλη και τον Γιαννάκη. Για τον Μιχάλη Μισούνοφ ο προσωπικός κατήφορος ήταν μια διαδικασία που είχε ξεκινήσει πολύ πριν βγουν στη δημοσιότητα λεπτομέρειες της ιδιωτικής του ζωής που τελικά τον οδήγησαν στην παρανομία, αμαυρώνοντας ένα όνομα που είχε γίνει σύνθημα στα χείλη των φίλων του «αυτοκράτορα» του ελληνικού μπάσκετ.
Γεννημένος στην Μόσχα το 1964, ο Μίσα έφτασε στη Θεσσαλονίκη στα 22 χρόνια του. Οι κινήσεις του κοντά στο καλάθι τον μετέτρεψαν στο όπλο που έψαχνε ο Άρης μέσα στη ρακέτα προκειμένου να επιβεβαιώσει την ανωτερότητά του –εκείνα τα χρόνια- έναντι των υπολοίπων διεκδικητών του τίτλου. Έμεινε μια ολόκληρη δεκαετία ντυμένος στα κίτρινα και κατακτώντας 4 πρωταθλήματα Ελλάδας (1988, 1989, 1990, 1991), ισάριθμα Κύπελλα (1988, 1989, 1990, 1992) και φυσικά το αλησμόνητο Κύπελλο Κυπελλούχων στο Τορίνο όπου στο επεισοδιακό 50-48 επί της Εφές σημείωσε 10 πόντους.
Την περίοδο που μεσουρανούσε ελάχιστα πράγματα της προσωπικής ζωής του έβγαιναν προς τα έξω. Παντρεμένος με μια πολύ όμορφη γυναίκα από την Σερβία, λιγομίλητος, χωρίς έντονη κοινωνική ζωή, προτιμούσε να μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας όταν έβγαινε από τα παρκέ. Η «πιάτσα», έτσι γενικά και αόριστα, δεν γνώριζε πολλά. Κάποιοι, όμως, ήξεραν. Γνώριζαν το πάθος του για τον τζόγο, είτε επρόκειτο για καζίνο είτε για λέσχες, όπου μια κακή βραδιά μπορεί να του κόστιζε ακόμη και μερικά εκατομμύρια. Δεν άργησε να έρθει η στιγμή που οι έξεις του Μισούνοφ έγιναν μεγαλύτερες από αυτές που θα μπορούσε να κουμαντάρει. Πιο μεγάλες και από τον ίδιο…