Σαν σήμερα πριν από έναν χρόνο, ο άνθρωπος ο οποίος αποτέλεσε τον αρχιτέκτονα του ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ ΑΡΗ έφυγε από τη ζωή. Ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο «Ξανθός» του ελληνικού μπάσκετ, σε ηλικία 78 ετών, υπέκυψε στα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν επί σειρά ετών αθλητής του ΑΡΗ ενώ φυσικά ήταν και προπονητής με κατακτήσεις τίτλων και την δημιουργία του ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ.
Κατά τα πρώτα χρόνια της αθλητικής καριέρας του ο Ιωαννίδης συνδύαζε τις προπονήσεις του στο γήπεδο της ΧΑΝΘ με τις σπουδές του στο τμήμα Γεωπονικής του ΑΠΘ. Υπήρξε μέλος της “αργυρής” ομάδας του ΑΡΗ κατά την δεκαετία του 1960. Και χαρακτηρίζεται ως “αργυρή” διότι αν και αποτελούταν από μεγάλα ονόματα, όπως ο Στέργιος Μπουσβάρος και ο Γιώργος Τσιτούρας, δεν κατάφερε ποτέ να κατακτήσει κάποιον τίτλο παρά τα υψηλά πλασαρίσματα της ομάδας.
Το 1965 αγωνίστηκε για πρώτη φορά με την φανέλα της εθνικής ομάδας σε αγώνα κόντρα στην Ρουμανία. Το ίδιο έτος κατέκτησε το διεθνές τουρνουά του ΒΑΟ, στο οποίο συμμετείχαν η άλλοτε πρωταθλήτρια Γιουγκοσλαβίας Μπεογκράτσκι, η Βουλγάρικη Ακαντέμικ Σόφιας, ο ΠΑΟΚ και φυσικά ο ΒΑΟ.
Την περίοδο 1965/1966 θα κατακτήσει την 2η θέση του Ελληνικού πρωταθλήματος. Μολονότι ο τίτλος κατέληξε στην ΑΕΚ, ο ΑΡΗΣ θα κερδίσει την έξοδο του στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης για 1η φορά στην ιστορία του. Εκεί κλήθηκε να αντιμετωπίσει την πανίσχυρη Μακάμπι Τελ Αβίβ.
Θα αγωνιστεί και στους δύο αγώνες κόντρα στην “ομάδα του λαού” όπου και θα πετύχει 17 και 11 πόντους αντίστοιχα (ήττα στον 1ο αγώνα στο Ισραήλ με 101-71, νίκη στον επαναληπτικό με 91-71).
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ΑΡΗΣ πέρασε μια μικρή περίοδο κάμψης. Ωστόσο η έλευση των Χάρη Παπαγεωργίου και Βαγγέλη Αλεξανδρή το 1971 αναβάθμισαν σύντομα τον ρόλο των “κίτρινων”. Οι Κιτρινόμαυροι κινήθηκαν από τα μέσα της δεκαετία του 1970 και μετά σε υψηλές πτήσεις με τον Γιάννη Ιωαννίδη να συνεχίζει να έχει ρόλο πρωταγωνιστή. Έως το 1978 πέτυχε συνολικά 4970 πόντους σε 19 χρόνια εντυπωσιακής καριέρας.
Από το τέλος της σεζόν 1977/1978 είχε αποφασίσει να βάλει τέλος στην καριέρα του. Υπό την εισήγηση του Ανέστη Πεταλίδη ξεκίνησε η ενασχόληση του με την προπονητική του καριέρα στην ομάδα του τμήματος Γεωπονικής του ΑΠΘ.
Στα μέσα του 1978 δέχθηκε με χαρά την πρόταση του ΑΣ να αναλάβει τον πάγκο των “κίτρινων” παρότι ήταν μόλις 33 ετών. Δημιούργησε μια αμιγώς Ελληνική ομάδα (εξαιτίας των περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων του ΑΡΗ) και μέσω του πνεύματος νικητή που μετέφερε στους παίκτες του, κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα Ελλάδας για 1η φορά μετά από 49 χρόνια.
Αυτή η κατάκτηση ισοδυναμούσε με άθλο εκείνα τα χρόνια και έδωσε το έναυσμα στους παράγοντες του ΑΡΗ να αρχίσουν επενδύουν μεγάλα χρηματικά ποσά και να λειτουργούν σε επαγγελματικά πλαίσια.
Αμέσως μετά την επιτυχία του 1979 η ΕΟΚ πρότεινε στον Ιωαννίδη να αναλάβει την εθνική ομάδα. Η 1η του θητεία στην “γαλανόλευκη” δεν στέφθηκε με επιτυχία. Η εθνική ομάδα πραγματοποίησε κάκιστη πορεία στο Ευρωμπάσκετ του 1981 ενώ δεν προκρίθηκε καν στα τελικά του Μουντομπάσκετ 1982. Η 2η αποτυχία σήμανε και το τέλος της 1ης θητείας του στην εθνική ομάδα. Η επιστροφή στον ΑΡΗ ήταν μονόδρομος.
Επέστρεψε στους «κίτρινους» την σεζόν 1982/1983 διαδεχόμενος τον Ντούσαν Ίβκοβιτς. Εκεί συνάντησε τον Νίκο Γκάλη ο οποίος ήδη είχε εξελιχθεί σε δεινό σκόρερ. 2η (συνολικά) χρονιά στον ΑΡΗ και 2ο πρωτάθλημα για τον “ξανθό” σαν προπονητή. Η επόμενη σεζόν (1983/1984) είχε πικρό τέλος με την ομάδα της συμπρωτεύουσας να χάνει το πρωτάθλημα από τον Παναθηναϊκό και το κύπελλο από τον ΠΑΟΚ μέσα σε μία εβδομάδα.
Αυτές οι απώλειες προκάλεσαν το αίσθημα εκδίκησης του Ιωαννίδη. Διακαής του πόθος; Ο Παναγιώτης Γιαννάκης του Ιωνικού Νικαίας. Με μία μεταγραφή που έμοιαζε με ”κλοπή”, καθώς ο Γιαννάκης όδευε προς την ΑΕΚ, ο Ιωαννίδης διέθετε πλέον στα χέρια του δύο φονικά όπλα, τον Γκάλη και τον Γιαννάκη. Με αυτούς τους δύο δημιούργησε το καλύτερο δίδυμο της Ευρώπης.
Από την σεζόν 1984/1985 και για τα επόμενα χρόνια ο ΑΡΗΣ ήταν ανίκητος εντός συνόρων. Ο Ιωαννίδης δημιούργησε την κορυφαία ομάδα του 20ου αιώνα στο Ελληνικό μπάσκετ προσθέτοντας το 1986 τον Λευτέρη Σούμποτιτς.
Ο Ιωαννίδης κατέκτησε συνολικά με τον ΑΡΗ 8 πρωταθλήματα Ελλάδας (1979, 1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990), 5 κύπελλα Ελλάδας (1985, 1987, 1988, 1989, 1990) και τον οδήγησε σε τρία final-4 του κυπέλλου πρωταθλητριών (Γάνδη 1988, Μόναχο 1989, Σαραγόσα 1990)