Επειτα από έξι χρόνια έρευνας, που αφορούν σε υποψίες συνωμοσίας, ο πρώην πρόεδρος της UEFA, Μισέλ Πλατινί και ο πρώην πρόεδρος της FIFA, Σεπ Μπλάτερ, τίθενται ενώπιον της ελβετικής Δικαιοσύνης, για την υπόθεση μίας ύποπτης πληρωμής, που «αμαύρωσε» την καριέρα τους, το 2015.
Από τις 09:00 τοπική ώρα και μέχρι τις 22 Ιουνίου, το Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο στην πόλη Μπελιντσόνα, θα δικάσει τον 66χρονο Γάλλο και τον 86χρονο Ελβετό για «απάτη», «άδικη διαχείριση», «παραβίαση εμπιστοσύνης» και «ψευδείς τίτλους», πριν εκδώσει την απόφασή του, στις 8 Ιουλίου.
Οι δικαστές, θα ασχοληθούν με όσα συνέβησαν από το 1998 και την έναρξη της συμμαχίας Πλατινί-Μπλάτερ μέχρι την αυξανόμενη αντιπαλότητά τους και στην συνέχεια την κοινή τους εκδίωξη από το παγκόσμιο ποδόσφαιρο, αλλά παράλληλα, θα επιχειρήσουν να διακρίνουν την καθαρά δικαστική διάσταση της υπόθεσης από το πολιτικό της πλαίσιο.
Η εισαγγελία, κατηγορεί τους δύο πρώην ηγέτες ότι «προχώρησαν παράνομα, εις βάρος της FIFA, πληρωμή 2 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (1,8 εκατ. ευρώ), υπέρ του Μισέλ Πλατινί».
Στο στόχαστρο και άλλων σχετικών διαδικασιών, στην Γαλλία για τον τρις κάτοχο της «Χρυσής Μπάλας» (σ.σ. για την ανάθεση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022 στο Κατάρ), όσο και στην Ελβετία για τον Σεπ Μπλάτερ, οι δύο άλλοτε «ισχυροί» του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, είναι αντιμέτωποι με πενταετή φυλάκιση ή/και πρόστιμο.
Οι δύο κατηγορούμενοι, θα έχουν την ευκαιρία να τοποθετηθούν για την υπόθεση που τους έκανε παρίες του ποδοσφαίρου, την στιγμή που ο Μισέλ Πλατινί, τότε «αφεντικό» της UEFA, φαινόταν σε ιδανική θέση για να ηγηθεί της FIFA, μετά το σκάνδαλα που είχαν οδηγήσει τον Μπλάτερ σε παραίτηση.
Η υπεράσπιση και η εισαγγελία, συμφωνούν σε ένα σημείο. Οτι ο Γάλλος συμβούλεψε καλά τον Σεπ Μπλάτερ μεταξύ 1998 και 2002, κατά την πρώτη θητεία του τελευταίου ως επικεφαλής της FIFA, και οι δύο άνδρες υπέγραψαν συμβόλαιο το 1999 συμφωνώντας σε ετήσια αμοιβή 300.000 ελβετικών φράγκων.
Ομως τον Ιανουάριο του 2011, «περισσότερο από οκτώ χρόνια μετά το τέλος της δραστηριότητάς του ως σύμβουλος», ο πρώην αρχηγός της εθνικής Γαλλίας «αξίωσε απαίτηση δύο εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων», που κατέβαλε η ποδοσφαιρική αρχή, όπως σημειώνει η εισαγγελία.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, πρόκειται για μια «αβάσιμη» πληρωμή, που αποκτήθηκε με την «έντεχνη παραπλάνηση» των εσωτερικών ελέγχων της FIFA με ψευδείς ισχυρισμούς των δύο ηγετών, στοιχείο που συνιστά, το βασικό κριτήριο της απάτης.
Οι δύο άνδρες, επιμένουν ότι από την αρχή της συνεργασίας τους, είχαν αποφασίσει για ετήσιο μισθό ενός εκατομμυρίου ελβετικών φράγκων, προφορικά και χωρίς μάρτυρες, χωρίς τα οικονομικά της FIFA να επιτρέπουν την άμεση πληρωμή στον Πλατινί.
«Είναι ένας υπολειπόμενος μισθός, οφειλόμενος από την FIFA, με προφορικό συμβόλαιο και πληρωμένος υπό συνθήκες άριστης νομιμότητας. Τίποτε άλλο! Ενήργησα, όπως σε όλη μου την ζωή και σε όλη μου την καριέρα, με απόλυτη ειλικρίνεια», τονίζει ο Πλατινί με δήλωση του στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP).
Ο Πλατινί θεωρεί επίσης τον εαυτό του θύμα συνωμοσίας, προκειμένου να εμποδισθεί η πορεία του για την προεδρία της FIFA και καταγγέλλει ιδιαίτερα τον… θολό ρόλο του σημερινού ηγέτη του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, του Τζιάνι Ινφαντίνο, ο οποίος εξελέγη το 2016 και όταν είχε αρχίσει η έρευνα της υπόθεσης.
Πρώην «δεξί χέρι» του Γάλλου στην UEFA, ο Ιταλοελβετός παράγοντας, έχει τεθεί στο στόχαστρο από το 2020, σε μια διαδικασία που σχετίζεται με τρεις μυστικές συναντήσεις με τον πρώην γενικό εισαγγελέα, στις οποίες κατηγορούνται ένας δικαστής και ο πρώην δικαστικός διευθυντής της FIFA.
Ωστόσο, δεδομένου ότι η ελβετική Δικαιοσύνη έχει μέχρι στιγμής αρνηθεί να συμμετάσχει στους δύο φακέλους, οι συζητήσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν γρήγορα στην πραγματικότητα της προφορικής συμφωνίας των δύο κατηγορουμένων. Δηλαδή, θα πρέπει να εξηγήσουν την αντίφαση με την σύμβαση του 1999, αλλά και το γεγονός ότι αυτό το χρέος δεν είχε προβλεφθεί ποτέ από την FIFA.
Ως πολιτικός διάδικος, η FIFA σκοπεύει να διεκδικήσει τα χρήματα που καταβλήθηκαν το 2011, «ούτως ώστε τα χρήματα που υπεξαίρεσαν οι κατηγορούμενοι για προσωπικούς σκοπούς να επιστραφούν στον ένα και μοναδικό σκοπό για τον οποίο προορίζονταν: το ποδόσφαιρο», όπως δήλωσε στο AFP, η δικηγόρος, Χολ Σιραζί.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ