Ήταν 25η Μαΐου του 2005, όταν στην Κωνσταντινούπολη το ψυχικό σθένος "νίκησε" τη λογική και οι απανταχού ποδοσφαιρόφιλοι βρέθηκαν θεατές σε έναν από τους συγκλονιστικότερους τελικούς στην ιστορία του Τσάμπιονς Λιγκ. Ο λόγος για την αναμέτρηση της Μίλαν με τη Λίβερπουλ…
Ένας τελικός εφάμιλλος θαύματος. Μια αναμέτρηση ύμνος στο ποδόσφαιρο και στα συναισθήματα που “γεννά”. Ένας αγώνας που δικαίως συγκαταλέγεται σε έναν από τους καλύτερους τελικούς στην ιστορία της διοργάνωσης. Η Μίλαν των Καφού, Μαλντίνι, Γκατούζο, Ζέεντορφ,Πίρλο, Κακά, Σεφτσένκο, Κρέσπο είχε ήδη αρχίσει να ονειρεύεται τη στιγμή της στέψης στο ημίχρονο όταν το σκορ ήταν 3-0 υπέρ της. Τίποτα όμως δεν είχε τελειώσει… δεν είχαν μιλήσει ακόμα ο Στίβεν Τζέραρντ, ο Τσάμπι Αλόνσο και οι υπόλοιποι παίκτες του Ράφα Μπενίτεθ. Δεν είχαν μιλήσει ακόμα οι φίλοι της Λίβερπουλ στις εξέδρες που είχαν ταξιδέψει από την Αγγλία με σκοπό να μην αφήσουν την ομάδα να περπατήσει μόνη της.
Οι “ροσονέρι” έδειξαν νωρίς τα δόντια τους
Η πιο ποιοτική Μίλαν των τελευταίων χρόνων ήταν το φαβορί. Για την πέμπτη εκείνη τη χρονιά στο βαθμολογικό πίνακα της Πρέμιερ Λιγκ, Λίβερπουλ ήταν ο πρώτος τελικός Τσάμπιονς Λιγκ μετά από 21 χρόνια.
Ο Μαλντίνι χρειάστηκε μόλις κάποια δευτερόλεπτα (53”) για να ανοίξει το σκορ στο Στάδιο Ατατούρκ. Το πιο γρήγορο γκολ σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, από τον γηραιότερο σκόρερ. Οι παίκτες του Κάρλο Αντσελότι έκαναν επίδειξη δύναμης. Πέτυχαν, με τον Ερνάν Κρέσπο, άλλα δύο τέρματα στο 39′ και στο 44′ (έπειτα από ασίστ του Κακά) για να υψώσουν τείχος στις ελπίδες των «Reds». Ήταν, εξάλλου, τόσο «εκκωφαντική» η υπεροχή των Μιλανέζων που αυτό που ακολούθησε δεν μπορούσε να το διανοηθεί κανείς…
“Με το σκορ 3-0 κατά μας μάλλον ο Ράφα Μπενίτεθ ύφανε μαγεία. Είχαμε δύο τραυματισμούς, πολλά για τα οποία έπρεπε να μιλήσουμε και ακόμα περισσότερα να λύσουμε διότι το παιχνίδι στον πρώτο ημίχρονο ήταν πολύ μονόπλευρο και ανησυχούσαμε ότι θα γινόταν 4, 5 ή 6-0. Όλοι μιλούσαν, προσπαθώντας να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον και αναρωτιόμασταν γιατί ήμασταν τόσο κακοί στο πρώτο ημίχρονο και γιατί ο Κακά μας είχε δημιουργήσει τόσο πολλά προβλήματα. Μέχρι που μπήκε μέσα ο Ράφα , μας ηρέμησε όλους και μας μίλησε μέσα από την καρδιά του. Μας βοήθησε να σηκωθούμε και να μπούμε ξανά μέσα στο παιχνίδι
Θυμάμαι απλά τον θόρυβο που έκαναν οι οπαδοί μας, ήταν ακόμα μαζί μας είναι πολύ σπάνιο να χάνεις 3-0 στο ημίχρονο ενός τελικού και οι οπαδοί να είναι ακόμα στο πλευρό σου, αλλά αυτοί της Λίβερπουλ είναι μοναδικοί και στάθηκαν στο πλευρό μας. Τραγουδούσαν και μπορούσαμε να τους ακούσουμε μέχρι και στα αποδυτήρια”, έχει δηλώσει ο Τζέραρντ στο BT Sports αναφορικά με τον τελικό της Κωνσταντινούπολης.
Και πράγματι αυτό που συνέβαινε στο γήπεδο ήταν ανήκουστο. Χιλιάδες άνθρωποι παρά το βάρος της ήττας, παρά το φόβο διασυρμού ένωσαν την αγάπη τους για τη Λίβερπουλ. Όσο πιο δυνατά μπορούσαν της φώναζαν «You will never walk alone» εκεί στο πλάι της. Ήταν πολλοί παραπάνω από τους αντίστοιχους φιλάθλους της Μίλαν. Και ήταν πολύ πιο… καψουρεμένοι με την ομάδα τους, δεν εξηγείται αλλιώς. Πόσο σεβασμό, πόση συγκίνηση εμπνέουν αυτού του είδους οι οπαδοί.
Η Λίβερπουλ είναι εδώ
Ο χρόνος είναι σχετικός. Βλέπεις οι άνθρωποι ζούμε με συναισθήματα άρα κατά μία έννοια ο χρόνος, οι στιγμές, μαζί και οι μνήμες είναι ανάλογα με τα συναισθήματα που «παράγουν». Ε για τη Λίβερπουλ χρειάστηκαν έξι λεπτά παιχνιδιού, στο δεύτερο ημίχρονο. Ο εμβληματικός της αρχηγός είχε ακούσει τις κραυγές των οπαδών στις κερκίδες. Στο 54ο λεπτό έκανε το 3-1 με κεφαλιά. Ύψωσε τα χέρια τους προς τον κόσμο της ομάδα και τους παρακίνησε να συνεχίσουν να φωνάζουν. Υπέγραψαν τότε μια άτυπη συμφωνία….
Δύο λεπτά αργότερα, το σκορ έγινε 3-2 με ένα δυνατό σουτ του Βλάντιμιρ Σμίτσερ. Οι «ροσονέρι» τα είχαν χαμένα. Ο Τζενάρο Γκατούζο ανέτρεψε τον Τζέραρντ εντός περιοχής και ο διαιτητής Μεχούτο Γκονζάλες σφύριξε το πέναλτι. Ο Τσάμπι Αλόνσο ανέλαβε την εκτέλεση όμως ο Βραζιλιάνος τερματοφύλακας της Μίλαν, Ντίντα απέκρουσε στη δεξιά του γωνία. Στην επαναφορά, όμως, ο άσος των «Reds» έκανε το 3-3. Μέσα σε «έξι ανεξήγητα λεπτά ποδοσφαιρικής τρέλας» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ράφα Μπενίτεθ από την κόλαση στον παράδεισο. Με τη συμπλήρωση της κανονικής διάρκειας του αγώνα οι εναλλαγές συναισθημάτων είχαν εξαντλήσει και τους μεν και τους δε. Ο ενθουσιασμός είχε καταλαγιάσει. Όλοι, μετά από το «ταξίδι» στο απρόβλεπτο, είχαν προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Ερχόταν η παράταση.
Γέρζι Ντούντεκ και Αντρέι Σεφτσένκο
Στο 119′ της παράτασης, ο Αντρέι Σεφτσένκο παρολίγον να τελείωνε την αναμέτρηση. Ωστόσο, ο τερματοφύλακας της Λίβερπουλ Γέρζι Ντούντεκ φώναξε “παρών” σταματώντας τον Ουκρανό άσο με απίστευτη διπλή απόκρουση. Κι έτσι η αναμέτρηση έφτασε αισίως στα πέναλτι. Σε αυτή την ψυχοφθόρα διαδικασία, ο Ντούντεκ έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του. Αποσυντόνισε τους παίκτες της Μίλαν με αποτέλεσμα τρεις να αποβούν μοιραίοι.
Ο Πολωνός γκολκίπερ είχε πάρει τη θέση του κάτω από τα δοκάρια. Ο Σερζίνιο ήταν το πρώτο του… θύμα στέλνοντας τη μπάλα άουτ. Την επόμενη στιγμή ο Χάμαν ευστοχούσε για τη Λίβερπουλ. Ο Αντρέα Πίρλο ήταν ο δεύτερος στη σειρά για τους «ροσονέρι» που ξεγελάστηκε από τους ελιγμούς του Ντούντεκ. Ο Σισέ έκανε το 2-0 για τη Λίβερπουλ. Ο Τόμασον μείωσε σε 2-1 και ο Κακά ισοφάρισε σε 2-2 μετά την απόκρουση του Ντίντα στην προσπάθεια του Ρίσε. Το σκορ ήταν 3-2 υπέρ της Λίβερπουλ μετά την προσπάθεια του Σμίτσερ και είχε έρθει η ώρα του Αντρέι Σεφτσένκο.
Ο Ουκρανός έπρεπε να σκοράρει για να συνεχιστεί η διαδικασία. Έστησε τη μπάλα στα 11 βήματα. Ο Ντούντεκ έκανε και πάλι… τα δικά του. Χρόνια μετά, εξομολογείται στην επίσημη ιστοσελίδα της Λίβερπουλ, ότι είχε πάει ο Τζίμι Κάραγκερ στην πλάτη του. Πηδούσε και τον έσπρωχνε. Του έλεγε να τους βάλει πίεση, κάνοντας κάτι σαν τον Γκρόμπελαρ στη Ρώμη το 1984. Το έκανε. Σερζίνιο, Πίρλο και Σεφτσένκο έπεσαν στην παγίδα. Η Λίβερπουλ ήταν πρωταθλήτρια Ευρώπης για 5η φορά στην ιστορία της!
Μίλαν (Κάρλο Αντσελότι): Ντίντα, Καφού, Σταμ, Νέστα, Μαλντίνι, Πίρλο, Γκατούζο (Ρούι Κόστα 112′), Σέεντορφ (Σερτζίνιο 86′), Κακά, Σεφτσένκο, Κρέσπο (Τόμασον 85′).
Λίβερπουλ (Ράφα Μπενίτεθ): Ντούντεκ, Φίναν (Χάμαν 46′), Κάραχερ, Χίπια, Τραορέ, Αλόνσο, Λουίς Γκαρθία, Τζέραρντ, Ρίισε, Κιούελ (Σμίτσερ 23′), Μπάρος (Σισέ 85′).